Blog
Θοδωρής Κατσαφάδος. Συνέντευξη. (greek | english)
“Γιατί ο θεατής έχει ένα πολύ αλάνθαστο ένστικτο. Βλέπουν αυτό που έχει γίνει με βάσανο, με δουλειά, με προεργασία και το εισπράττουν.”
Συνέντευξη που μας παραχώρησε ο γνωστός ηθοποιός μέσα στους χώρους του Εθνικού Θεάτρου και μετά από την σχετική άδεια που μας δόθηκε.
Λοιπόν, αγαπητέ Θοδωρή Κατσαφάδο βρισκόμαστε στο Εθνικό Θέατρο και πριν τη συνέντευξη θέλω να μας πεις σε ποιο ακριβώς τμήμα του Εθνικού Θεάτρου βρισκόμαστε αυτή τη στιγμή.
Θοδωρής Κατσαφάδος: Εδώ είναι ο κεντρικός διάδρομος επάνω στα θεωρεία που οδηγεί στη νέα σκηνή.
Αυτές οι πανέμορφες τοιχογραφίες που βλέπουμε κατά μήκος του διαδρόμου από ποιον φτιάχτηκαν;
Αυτές οι τοιχογραφίες φτιάχτηκαν από τον Τσίλλερ και τη δεκαετία του ’60 σοβατίστηκαν και κρύφτηκαν δυστυχώς. Δηλαδή 25 χρόνια που είμαι εγώ εδώ δεν τα είχα δει ποτέ. Με την αναστήλωση όμως που έγινε όταν ήταν διευθυντής ο κ. Κούρκουλος έγινε αυτή η αποκάλυψη και πολλές από αυτές ζωγραφίστηκαν από την αρχή χρησιμοποιώντας ως βοήθημα το φωτογραφικό υλικό που είχαμε. Έτσι έχουν αποκατασταθεί ακριβώς στη μορφή που ήταν όταν πρωτοφτιάχτηκαν. Μιλάμε για εξαιρετική δουλειά. Από εκεί λοιπόν είναι η νέα σκηνή που ονομάστηκε Νίκος Κούρκουλος γιατί πραγματικά ο Κούρκουλος έκανε σπουδαία δουλειά. Από την απέναντι πλευρά είναι η αίθουσα των εκδηλώσεων. Μία εξίσου θαυμάσια αίθουσα.
Όταν λέμε αίθουσα εκδηλώσεων τι ακριβώς γίνεται εδώ;
Εδώ γίνονται συνεδριάσεις για παράδειγμα και στα πρώτα χρόνια της κατασκευής του Εθνικού Θεάτρου έρχονταν εδώ οι βασιλείς από το θεωρείο και εδώ γινόταν η υποδοχή, κάποια δεξίωση. Τώρα εμείς την χρησιμοποιούμε και σαν χώρο προβών και πρόσφατα είχε έρθει και ο Πήτερ Μπρουκ για να μιλήσει και έκανε μια πολύ ωραία διάλεξη εδώ. Άρα είναι ένας χώρος κυρίως για συνέδρια για ομιλίες για πρόβες κτλ.
Και τώρα που είπες «βασιλείς» να πούμε ότι το Εθνικό Θέατρο κάποτε λεγόταν…
«Βασιλικό Θέατρο». Όπως και ο «Βασιλικός Κήπος» τώρα λέγεται «Εθνικός Κήπος». Να πούμε επίσης ότι για ένα μεγάλο διάστημα είχε κλείσει το Εθνικό Θέατρο και είχε γίνει χώρος στέγασης των προσφύγων. Εδώ λοιπόν, για ένα μεγάλο διάστημα είχαν μείνει πρόσφυγες τότε με την καταστροφή της Σμύρνης.
Μετά από αυτή τη μικρή ξενάγηση αρχίζουμε τη συζήτηση μας με τον γνωστό ηθοποιό.
Θοδωρή καταρχήν το πρώτο που θέλω να πω είναι ότι καθώς κάποιος κινείται μέσα στους χώρους του Εθνικού Θεάτρου πραγματικά τον πιάνει δέος. Αλλά ένας ηθοποιός όπως πολλοί μου έχουν πει είτε παίζει στο Εθνικό Θέατρο είτε στο θεατράκι της γειτονιάς, πρέπει πάντα να τα δίνει όλα γι’ αυτόν που έχει απέναντι του και για να τιμάει το θεατή.
Φυσικά. Κοίταξε ο χώρος εδώ μπορεί να συγκινεί όλους εμάς τους ηθοποιούς και ιδιαίτερα εμένα γιατί ήμουνα εδώ πάρα πολλά χρόνια κι έχω μνήμες από την προσωπική μου αλλά και την καλλιτεχνική μου ζωή εδώ. Μπήκα ένα νέο παιδί και έμεινα 25 χρόνια. Κι αυτό από μόνο του δεν μπορώ να μη σου πω ότι έχει μια συναισθηματική προσωπική φόρτιση. Βεβαίως όμως όπως είπες κι εσύ το κοινό πρέπει να το σεβόμαστε σε όποιο χώρο και να παίζουμε. Ακόμα και σε ένα δωμάτιο. Ο θεατής έρχεται, σε τιμά με το εισιτήριο και με την παρουσία του και εσύ πρέπει να δίνεις τον καλύτερο σου εαυτό. Βέβαια, για το Εθνικό Θέατρο δε θα μπορέσω να είμαι αντικειμενικός και δεν ξέρω αν αυτά που θα πω ισχύουν για όλους τους ηθοποιούς και για όλους τους σκηνοθέτες ή τους θεατές. Είναι πολύ προσωπική μου εκτίμηση ότι πάντα γινόταν μια πολύ σοβαρή δουλειά. Βεβαίως με εξαιρέσεις. Δε θα πω ότι πάντα τα ανεβάσματα ήταν σημαντικά. Υπήρξαν και λάθος επιλογές, υπήρξαν και μέτριες παραστάσεις. Όμως γίνεται θέατρο εδώ. Και εμείς οι ηθοποιοί που είμαστε εδώ, και τώρα και παλιά, έχουμε το Εθνικό Θέατρο σαν πρώτη γραμμή από τις υπόλοιπες επιλογές μας που μπορεί να είναι και η τηλεόραση και ο κινηματογράφος. Γιατί ας μη ξεχνάμε ότι η δουλειά μας έχει μέσα της και το κομμάτι του βιοπορισμού. Εγώ θεωρώ τον εαυτό μου πάρα πολύ τυχερό που βρέθηκα 25 χρόνια εδώ και είμαι πάλι εδώ. Γιατί δεν πρέπει να θεωρούμε δεδομένο ότι εγώ θα’ πρεπε να είμαι εδώ κι όχι κάποιος άλλος. Είναι τύχη. Βεβαίως δούλεψα γι’ αυτό. Βεβαίως είχα υπομονή και ήταν επιλογή μου ότι μετά από 10 χρόνια στο ελεύθερο θέατρο με καλή πορεία, επέλεξα να μπω εδώ πριν από 30 χρόνια και να αρχίσω σχεδόν από το μηδέν. Για παράδειγμα πριν έρθω στο Εθνικό Θέατρο έπαιζα στο «ΝΤΑ» με το Μάνο Κατράκη. Ένα πολύ σπουδαίο ρόλο δίπλα στον Κατράκη. Ήμουνα επίσης στο θέατρο της Κρήτης. Στο ημι-κρατικό θέατρο Κρήτης τότε. Όμως ήταν επιλογή μου να έρθω στο Εθνικό Θέατρο και να παίξω ρόλους και έργα που νομίζω ότι εκτός Εθνικού Θεάτρου δε θα μπορούσα να τα κάνω. Γιατί πάντα το Εθνικό υπηρετούσε και υπηρετεί ένα ρεπερτόριο που πολύ δύσκολα μπορεί να συμβεί στο ελεύθερο θέατρο. Και για οικονομικούς λόγους αλλά και επειδή οι θίασοι είναι πολυπληθείς. Τα μεγάλα έργα όπως οι τραγωδίες το καλοκαίρι και ο Αριστοφάνης αλλά και το χειμώνα ο Σαίξπηρ, ο Ίψεν, ο Τσέχωφ και ο Μπρεχτ είναι έργα με πολλά πρόσωπα. Δεν αντέχουν οι παραγωγοί στο ελεύθερο θέατρο να σηκώσουν το βάρος μιας τέτοιας παραγωγής. Το Εθνικό Θέατρο και μπορεί και οφείλει να το κάνει και το κάνει τελικά.
Θα σε διακόψω τώρα για μια απορία που μου δημιουργήθηκε από τα λεγόμενα σου. Στο Εθνικό Θέατρο, επειδή μίλησες για Τσέχωφ και άλλους κλασσικούς συγγραφείς, τα έργα των κλασσικών συγγραφέων ανεβαίνουν πάντα με κλασσικό τρόπο ή και με ποιο μοντέρνο. Ή τελικά είναι απαγορευτικό να γίνει κάτι τέτοιο όταν αναφερόμαστε σε Εθνικό Θέατρο;
Τα πρώτα χρόνια, από το 1980 που μπήκα μέχρι πριν λίγα χρόνια και έχοντας γνωρίσει όλους τους διευθυντές του Εθνικού, όπως τον Αλέξη Μινωτή που ήταν τότε στο τέλος της θητείας του αλλά και τον Πολιτόπουλο και την Τσάτσου και αργότερα βέβαια και τον Κούρκουλο και τώρα τον Γιάννη Χουβαρδά , υπήρχε περισσότερο ένας κλασσικός τρόπος ανεβάσματος των έργων αυτών. Δεν τολμούσαν και οι σκηνοθέτες και οι ηθοποιοί να κάνουν κάτι ας πούμε με τα σημερινά δεδομένα «πειραγμένο» ή διασκευασμένο. Σπάνια συνέβαινε κάτι τέτοιο. Τώρα συμβαίνει πιο συχνά όπως και στο ελεύθερο θέατρο. Έχουμε και επιρροές από ξένους θιάσους που έρχονται από την Ευρώπη και γενικότερα έχουμε μεγαλύτερες προσλαμβάνουσες από παραγωγές του εξωτερικού. Και οι σκηνοθέτες τολμούν και στο Εθνικό Θέατρο –δεν είναι απαγορευτικό- και να πειραματίζονται και να δοκιμάζουν νέα πράγματα. Και κατά τη γνώμη μου, παρόλο που εγώ και λόγω ηλικίας είμαι λίγο παλιός και δεν μπορώ να βλέπω με μεγάλη ευκολία διασκευασμένα ή πειραγμένα έργα και παραστάσεις, όταν γίνονται με σοβαρότητα, με σκέψη και με τεκμηρίωση μπορώ να το δεχτώ. Δεν μπορώ να πω λοιπόν γιατί να μη γίνονται. Να γίνονται. Και τα κλασσικά έργα και τα μεγάλα έργα έχουν πολλές αναγνώσεις. Γι’ αυτό και είναι μεγάλα έργα. Όσες φορές και να παιχτεί ένα έργο πάντα θα ανακαλύπτεις μέσα του κρυμμένα καινούργια πράγματα. Και λες: πώς δεν το είδα την πρώτη φορά, πώς δεν το είδα τη δεύτερη, πώς δεν το είδα την Τρίτη; Εμένα μου έχει τύχει να παίξω σε έργα πολλές φορές, για παράδειγμα στην «Αντιγόνη» 3 φορές με 3 διαφορετικές σκηνοθεσίες και πραγματικά κάθε φορά ανακάλυπτα μέσα στο κείμενο και μέσα στους ρόλους σε συνεργασία με τον σκηνοθέτη καινούργια εντελώς πράγματα. Και απορούσα: γιατί δεν το είχα δει αυτό με τον Κρέοντα; Τώρα κάνω πρόβες για την παράσταση «Η αυλή των θαυμάτων» και το είχα ξαναπαίξει πριν από 30 χρόνια εδώ στο ίδιο θέατρο – τότε είχα κάνει τον νεότερο τώρα κάνω τον γηραιότερο- και πραγματικά στις πρόβες λέμε πράγματα και ανακαλύπτω πράγματα που εκείνη τη φορά δεν τα είχα ακούσει. Κι όμως λοιπόν, ανακαλύπτω πράγματα τώρα στον Καμπανέλλη που τότε δεν τα είχα δει. Και νομίζω αν σε λίγα χρόνια ξανανέβει το έργο πάλι θα βρω καινούργια πράγματα. Να μη ξεχνάμε βέβαια ότι οι επιρροές σήμερα είναι πιο πολλές και οι θεατές είναι πιο απαιτητικοί. Κάτι δηλαδή που μπορεί να ήταν σπουδαίο πριν από 50 – 60 χρόνια υποκριτικά ή σκηνοθετικά τώρα μπορεί να μη λέει τίποτα. Όπως αυτά που κάνουμε εμείς τώρα μετά από λίγα χρόνια πάλι μπορεί να μη λένε τίποτα. Αυτό όμως που λέω τώρα και που το είπα και πιο πριν είναι ότι καθετί που γίνεται θεατρικά πρέπει να γίνεται με βάσανο και με σοβαρότητα και όχι με ευκολία. Μία λέξη να σβήσουμε από το κείμενο πρέπει να το σκεφτούμε πολύ. Ένα κοστούμι που θα επιλέξουμε να φορέσει ο ηθοποιός για το ρόλο του πρέπει να το σκεφτούμε πολύ. Να μη γίνεται εφέ για το εφέ. Να μη γίνονται κόλπα για να εντυπωσιάσουμε το θεατή έτσι αβασάνιστα. Γιατί ο θεατής έχει ένα πολύ αλάνθαστο ένστικτο. Βλέπουν αυτό που έχει γίνει με βάσανο, με δουλειά, με προεργασία και το εισπράττουν. Όπως επίσης εισπράττουν και αυτό που έχει γίνει με ευκολία.
Μίλησες προηγουμένως για την «Αυλή των θαυμάτων» που πρόκειται να παίξεις τώρα στο Εθνικό Θέατρο. Με το συγκεκριμένο θεατρικό όμως έχει γίνει και κάτι το συγκλονιστικό. Θέλεις να μας μιλήσεις γι’ αυτό.
(με μεγάλο χαμόγελο): Ναι βέβαια. Λοιπόν, όταν πρωτομπήκα στο Εθνικό Θέατρο πριν από 30 χρόνια η πρώτη παράσταση που έπαιξα ήταν η «Αυλή των θαυμάτων». Είχα παίξει το καλοκαίρι στον «Πλούτο» του Αριστοφάνη και το χειμώνα έπαιξα την «Αυλή των θαυμάτων». Έκανα τον πιο μικρό της παράστασης σε ηλικία. Και τώρα μετά από 30 χρόνια καλούμαι να παίξω στην ίδια παράσταση αλλά αυτή τη φορά κάνοντας τον πιο γέρο. Και είναι μια υπέροχη σύμπτωση. Γιατί σου ομολογώ ότι πολλές φορές ακόμα και τώρα στις πρόβες μου έρχεται στο μυαλό εκείνη η παράσταση, εκείνες οι πρόβες εκείνοι οι ηθοποιοί τότε. Μιλάμε για συγκλονιστικές μνήμες και πολύ συγκίνηση. Σου είπα ότι όλα αυτά χρόνια εδώ στο Εθνικό Θέατρο μου έχουν χαράξει τη ζωή. Έχω παίξει σε 60 -70 έργα και θυμάμαι πάντα και ρόλους και συνεργασίες και όμορφες στιγμές και άτυχες στιγμές. Έτσι είναι πολύ συνδεδεμένο το θέατρο με τη ζωή μου. Και είναι συγκίνηση και τιμή. Τιμή! Γιατί υπάρχουν πάρα πολλοί συνάδελφοι και μάλιστα ταλαντούχοι συνάδελφοι που δεν είχαν αυτή την τύχη. Εγώ είμαι ευγνώμων ειλικρινά όταν κάνω μια αναδρομή και έναν απολογισμό της ζωής μου και της δουλειάς μου και μόνο χαρά αισθάνομαι. Είμαι ευλογημένος να έχω παίξει αυτούς τους ρόλους και να έχω «μιλήσει» αυτούς τους συγγραφείς και να έχω συνεργαστεί σχεδόν με όλους τους σκηνοθέτες. Δεν μπορεί να μη θυμάμαι τον Σολωμό, τον Βουτσινά, τον Γιώργο Μιχαηλίδη, τον Κώστα Μπάκα και τόσους άλλους.
Στο σημείο αυτό θα σε πάω πάλι λίγο πίσω για να αναφερθείς σε κάτι που ήδη το ανέφερες και πιο πριν, στο εξαιρετικό θεατρικό «ΝΤΑ» που μάλιστα εκεί ίσως να έχει γίνει κάτι ακόμα πιο συγκλονιστικό απ’ ότι στην «Αυλή των θαυμάτων». Μίλησες μας γι’ αυτό.
Αυτό δεν έγινε στο Εθνικό αλλά τελικά δεν ξέρω αυτό που λέμε «συμπτώσεις» αν ισχύει γιατί εγώ δεν πιστεύω στις συμπτώσεις. Υπάρχει μία «μοίρα». Υπάρχει ένας οδηγός ζωής μη λογικός που αν αφήσεις τον εαυτό σου σ’ αυτή τη ροή των πραγμάτων έρχονται κάποια γεγονότα που τα ονομάζουμε συμπτώσεις και λες πώς είναι δυνατόν; Αυτό που λες με τον Κατράκη έπαιζα στο «ΝΤΑ», στο θέατρο Μπρόντγουεϊ δύο χρόνια και τρία χρόνια περιοδεία στην επαρχία τα καλοκαίρια. Σ’ αυτό το έργο υπάρχει ένας ήρωας που είναι 40 χρονών και θυμάται τον εαυτό του και κανένας στη σκηνή δεν είναι «ζωντανός» εκτός από αυτόν τον σαραντάρη άνθρωπο και θυμάται τν πατέρα του, θυμάται τη μάνα του, θυμάται τον εαυτό του, θυμάται το πρώτο αφεντικό, θυμάται τη γυναίκα που πήγε για πρώτη φορά. Όλα ρόλοι μνήμες. Τότε λοιπόν έπαιξα τον εαυτό του ήρωα στη μικρή ηλικία. Το πιτσιρίκι. Και μετά από 20 χρόνια έπαιξα ξανά το ίδιο έργο με το Φυσσούν πια στο ρόλο του πατέρα και το παίξαμε στο ίδιο θέατρο στο Μπρόντγουεϊ με τη διαφορά ότι τώρα βρισκόμουν πάλι στην ίδια σκηνή αλλά παίζοντας αυτή τη φορά το γιο στη μεγάλη ηλικία με αποτέλεσμα επί σκηνής να θυμάμαι τον εαυτό μου όταν έπαιζα το ρόλο στη νεαρή ηλικία. Και πραγματικά ήταν ένα μπέρδεμα γιατί ενώ έπαιζα στη σκηνή θυμόμουν και τον Κατράκη αλλά και εμένα που έπαιζα πριν 20 χρόνια τη μνήμη του γιου.
Τελικά μερικά πράγματα δεν εκφράζονται με λόγια έτσι;
Όχι, δεν εκφράζονται με λόγια. Και πολλές φορές άλλο θέλουμε να πούμε κι άλλο λέμε, αλλά όπως σου είπα και πριν αισθάνομαι πολύ τυχερός γιατί στο κάτω κάτω εγώ δεν είχα ένα παρελθόν ούτε μόρφωσης, ούτε καλλιέργειας, ούτε οικογενειακής παράδοσης. Δεν ήξερα όχι μόνο τους συγγραφείς που ανέφερα πριν αλλά ούτε καν τι είναι θέατρο. Την περίοδο ‘60 – ’70 που εγώ μεγάλωνα και μάλιστα σε χωριό δεν είχα δει ούτε σινεμά. Κι όταν βρέθηκα στην Άνω Γλυφάδα, που ήταν χωριό τότε, πάλι δεν ήξερα προς τα πού πέφτει η Αθήνα. Και πραγματικά μέσα από τη δουλειά ανακάλυψα και συγγραφείς, ανακάλυψα και κόσμους ολόκληρους. Η συγκεκριμένη δουλειά μ’ έφτιαξε σαν άνθρωπο και με καλλιέργησε. Δεν εννοώ μόρφωση αλλά αυτό το ψάξιμο που κάθε φορά κάνω όταν παίζω ένα συγγραφέα και ψάχνω να βρω τι άλλο είχε γράψει και τι άλλο είχε πει, με φωτίζει σαν άνθρωπο στη ζωή μου.
Θοδωρή Κατσαφάδο, στο σημείο αυτό τελειώνοντας θέλω να σε ευχαριστήσω πάρα πολύ και γι’ αυτά που μας είπες αλλά και για τη φιλοξενία σου μέσα στον υπέροχο αυτό χώρο του Εθνικού Θεάτρου.
Εγώ σ’ ευχαριστώ πολύ και θα’ θελα αυτά που λέω, δεν ξέρω βέβαια αν ενδιαφέρουν τον κόσμο, αλλά είναι η αλήθεια μου είτε τη λέω καθαρά, είτε τη λέω μπερδεμένα. Μιλάω πραγματικά όπως θα μιλούσα σε ένα φίλο μου και θέλω να σου πω ότι το θέατρο για μένα είναι η μεγάλη μου αγάπη. Είναι μια αγάπη που δεν τέλειωσε ποτέ και μη σου πω ότι όσο περνούν τα χρόνια φουντώνει αυτός ο έρωτας με τη δουλειά. Όταν βρίσκομαι στη σκηνή νομίζω ότι όλος ο κόσμος είναι δικός μου. Υπάρχουν στιγμές, όπως για παράδειγμα πριν λίγα χρόνια έπαιζα τον αγγελιοφόρο στον Ιππόλυτο στην Επίδαυρο και παρακολουθούσαν 7.000 κόσμος. Την ώρα του μονολόγου που περιγράφει πως σκοτώθηκε ο Ιππόλυτος με το άρμα κτλ, στην κορύφωση του μονολόγου και πριν ακόμα τελειώσω ο κόσμος άρχισε να χειροκροτεί. Είχα πέσει κάτω και εκείνη την ώρα σκεφτόμουν ότι αν για 99 λόγους δεν έπρεπε να κάνω αυτή τη δουλειά και μόνο γι’ αυτή την στιγμή που ζούσα άξιζε που την έκανα. Με ρωτούσαν οι συνάδελφοι πως ένοιωθα και έλεγα «σαν να με χαϊδεύει ο Θεός». Και στις «Βάκχες» και στο Εθνικό Θέατρο και όταν έρχονται οι άνθρωποι στα καμαρίνια για να με χαιρετήσουν, αυτές οι συγκινητικές και υπέροχες στιγμές δεν αντικαθίστανται με τίποτα. Και σε τελευταία ανάλυση θα πω και κάτι πολύ απλό και πολύ ρεαλιστικό. Ας μη ξεχνάμε ότι μέσω αυτής της δουλειάς έζησα και έφτιαξα την οικογένεια μου. Γιατί, λοιπόν, να έχω παράπονο; Και παρόλο που οι καιροί τώρα είναι πάρα πολύ δύσκολοι, εγώ προσωπικά είμαι πάρα πολύ καλά με αυτά που έχω κάνει μέχρι τώρα. Το μόνο που με θλίβει, με αγχώνει και με στενοχωρεί είναι τα παιδιά και οι επόμενες γενιές. Τι θα κάνει το παιδί μου και τα παιδιά του κόσμου σ’ αυτά που συμβαίνουν τώρα γύρω μας. Προσωπικά για μένα δε με απασχολεί. Εντάξει, λίγο ακόμα θα σπρώξω το χρόνο και θα επιβιώσω και στην προσωπική αλλά και στη θεατρική μου ζωή. Το παιδί μου και τα παιδιά του κόσμου. Αυτό είναι που με βαραίνει.
Σ’ ευχαριστώ θερμά.
“Because the viewer has a very infallible instinct. They see what has been done with suffering, with work, with preparation and they receive it.”
An interview that the famous actor gave us in the premises of the National Theatre, after the appropriate authorization was given to us.
Well, dear Theodore Katsafados we are at the National Theatre and before the interview I would like you to tell us in what part exactly of the National Theatre we are now.
This is the central walkway up to the galleries leading to the new stage.
These beautiful murals we see along the corridor were made by whom?
These murals were made by Ziller and during the 60s they were plastered and hidden unfortunately. Meaning that during my 25 years of work here I had never seen them. But with the restoration that was made when Mr. Kourkoulos was the director, this revelation was made and many of them were painted from scratch using the photographs we had as a reference. As a result they are restored exactly in the form of when they were first made. We are talking about an excellent job. And this is why the new stage is named Nikos Kourkoulos, because Kourkoulos really did a great job. On the other side there is the events hall. An equally wonderful room.
When we say “events hall”, what exactly is going on here?
Here meetings take place, for example in the early years of the construction of the National Theatre kings came here from the gallery and here took place the welcoming, some kind of a reception. Now we use it also as a rehearsal space and recently Peter Brook came to speak and made a very nice lecture here. So this is a place mainly for conferences, for speeches, for rehearsals etc.
And since you said “kings” we should say that the National Theatre was once called…
“Royal Theatre”. Like the “Royal Garden” is now called “National Garden”. We should also say that for a long time the National Theatre was closed and had been a place to accommodate refugees. So for a long time refugees lived here after the destruction of Smyrna.
After this short tour we begin our discussion with the famous actor.
Theodore, first I want to say that as one moves around the premises of the National Theatre it really leaves him in awe. But an actor, as I have heard by many, either he plays at the National Theatre or at a neighborhood theater, must always give his all for the one opposite to him and honor the viewer.
Of course. Listen, the space here can thrill all of us actors and especially me because I was here for many years and I have memories of my personal and my artistic life here. I got in as a young kid and stayed for 25 years. And from this alone I can tell you that it has a personal emotional charge. But of course as you said the audience should be respected in any space and play. Even in a room. The viewer comes and honors you with the ticket and with his presence and you have to give your best. Of course, for the National Theatre I will not be able to be objective and I do not know if what I say applies for all the actors and all the directors or viewers. It is my very personal opinion that we were always doing a very important work. Of course there are some exceptions. I won’t say that the plays were always important. There were wrong choices, there were moderate performances. But here we do theater. And the actors here, now and before, have the National Theatre as the first line of other options that can be either television or cinema. Because let’s not forget that our work is part of our livelihood. I consider myself very lucky that I’ve been here for 25 years and I’m still here. Because we should not take for granted that I should be here, and not someone else. It’s luck. Of course I worked for it. Certainly I had patience and it was my choice, after 10 years in the free theater with good progress, to come here 30 years ago and start almost from scratch. For example, before I came to the National Theatre I played in “NTA” with Manos Katrakis. A very important role next to Katrakis. I was also in the theater of Crete. In the semi-public theater of Crete back then.But it was my choice to come to the National Theatre and play roles and projects that I think I wouldn’t play outside the National Theatre. Because the National Theater has always served and still serves a repertoire that can hardly occur in the free theater. For economic reasons but also because troupes are multitudinous. Major plays such as tragedies and Aristophanes during the summer and Shakespeare, Ibsen, Chekhov and Brecht during the winter are plays with many actors. The producers of the free theater can’t withstand to bear the burden of such a production. The National Theatre can and owes to do it and also does it eventually.
I will now pause for a query of mine that was created from your sayings. At the National Theatre, because you talked about Chekhov and other classical writers, works of classical writers are always staged in a conventional manner or in a more modern one. Or it could be prohibitive to do so when referring to the National Theatre?
The first years, since 1980 that I joined until a few years ago and having seen all the directors of the National Theater, like Alexis Minotis who was then at the end of his term and Politopoulou and Tsatsou and later of course, Kourkoulos and now John Chouvardas, there was a more classic way ofstaging these plays. Directors and actors wouldn’t dare to do something let’s say, by today’s standards, “tweaked” or covered. This rarely happened. Now it happens more often like in the free theater. We have influences from foreign troupes coming from Europe and generally we have bigger apperceptions of foreign productions. And directors dare in the National Theatre -it is not forbidden-to experiment and try new things. And in my opinion, although I am a little old and I cannot see with ease adapted or changed projects and performances, when they are done with seriousness, with thought and with documentation I can accept it. I cannot therefore say why not to do them. Let them be done. Both the classics and the major projects have many readings. That’s why they become big projects. No matter how many times a project is played you will always discover hidden new things. And you say to yourself, how come I didn’t see it the first time, how come I did not see it the second, how come I did not see it the third time? I happened to perform in a play many times, for example in “Antigoni”, 3 times with 3 different directions and really every time I discovered within the text and inside roles in collaboration with the director completely new things. And I wondered: why did not I see this in Creon? Now I run rehearsals for the play “The courtyard of miracles” and I played it again 30 years ago here in the same theater – then I had the youngest one, now I play the oldest- and actually while rehearsing we say things and I discover things that at that time I had not heard of. And so I discover things now in Kambanellis that at that time I had not seen. And I think if in a few years the play will be staged again, I will find new things. Do not forget of course that influences today are numerous and viewers are more demanding. Something that could be great 50-60 years ago due to the acting or the directorial factor, today might mean nothing. Like what we do now, after a few years, they mightnot mean anything. But what I say now, as I said before, is that everything that is theater made should be done with suffering and seriousness and not easily. If we were to erase a word from the text, we have to think long. A suit that we will choose for the actor to wear for his role, we would have to think a lot. Do not effect for the effect. Do not do tricks to impress the viewer so airily. Because the viewer has a very infallible instinct. They see what has been done with suffering, with work, with preparation and they receive it. Just as they receive what is done with ease.
You talked earlier about the “Courtyard of Miracles” in which you will play now at the National Theatre. But with thisparticular play something amazing occurred. Can you tell us about it?
(with a big smile): Yes of course. Well, when I started at the National Theatre 30 years ago the first show I played was the “Courtyard of miracles”. I played during the summer in “Wealth” (Plouto) by Aristophanes and in the winter I played in the “Courtyard of miracles”. My character was the youngest in age. And now after 30 years I am asked to perform the same play but this time my character is the oldest one. And it is a wonderful coincidence. Because I admit that sometimes even now during rehearsals that show comes to my mind, those rehearsals, and those actors back then. We are talking about very shocking memories and emotions. I told you that all these years here in the National Theater have engraved my life. I have played in 60 -70 projects and I always remember the roles, the partnerships, the beautiful moments and the mishaps. So the theater is very connected with my life. It is a thrill and an honor. An honor! Because there are too many colleagues and even talented colleagues who did not have that luck. I am sincerely grateful when I look back and evaluate my life and my work and I feel only joy. I am blessed to have played these roles and “performed” these authors and have worked with almost all the directors. It is impossible for me not to remember Solomos, Voutsinas, George Michailidis, Kostas Bakas and many others.
At this point I will take you a little back to refer to something that you already mentioned earlier, the great theatrical “DA” where indeed might have occurred something even more shocking than the “Courtyard of Miracles” . Tell us about it.
This did not happen in the National Theater, but ultimately I don’t know what we call “coincidences” and if they exist
because I do not believe in coincidences. There is a “fate”. There is an unreasonable life guide and if you let yourself in this flow of things, there come some events which we call coincidences and you wonder how it is possible? About the one you mention, I played in “DA” with Katrakis for two years, in the Browdway Theater, and we did three years of touring in the province during the summer. In this project there is a hero who is 40 years old and remembers himself and no one on stage is “alive” apart from this man in his forties and heremembers his father, remembers his mother, remembers himself, remembers his first boss, remembers his first woman. All roles are memories. Well then I played the hero himself at an early age. The kid. And after 20 years I played again the same project with Petros Fyssoun in the role of the father and weperformed it again in the same theater with the difference that now I was on the same stage but playing the role of the son in an old age, resulting to remember myself on stage when I was playing the same role at an early age. And it really was a mess because while playing the scene I recalled Katrakis andmyself playing 20 years ago, the memory of his son.
So, a few things cannot be expressed in words right?
No, they cannot be expressed in words. And many times we want to say something and we end up saying something else, but as I said before I feel very lucky because after all I did not have a past nor of education ,nor of culture nor of family tradition. Not only I didn’t know the writers I mentioned before, but also what theater is. Between the 60’s – 70’s while I was growing up in a village, I had not even watched cinema. And when I was in Ano Glyfada, which was a village back then, I did not know which way Athens was. And actually throughthis work I discovered both writers and entire worlds. This work shaped me and cultivated me. I don’t mean that it educated me, but this research I do every time I play a writer and I try to find what other he has written and what else he has said, it illuminates me as a person in my life.
Theodore Katsafados, in conclusion at this point I want to thank you very much both for what you said, but also for your hospitality in the wonderful space of the National Theatre.
I thank you very much and I’d like to tell you that what I say, not knowing of course if the world is interested in, but it is my truth either it is clear or tangled. Truly I speak as I would speak to a friend of mine and I want to tell you that the theater for me is my great love. It is a love that never ended and I can tell you that as the years pass this love of mine with this job flares up. When I’m on stage I think that the whole world is mine. There are times, such as for example a few years ago I was playing the messenger of Hippolytus in Epidaurus and 7,000 people were watching. During the monologue and while describing how Hippolytus was killed with his chariot etc, in the climax of the monologue and even before I finished, people started applauding. I had fallen down and at that time I was thinking that if for 99 reasons I should not do this work, this moment alone deserved what I did. Colleagues were asking me how I felt and I said “as if God touches me”. And in“Bacchae” and in the National Theatre and when people come backstage to greet me, these emotional and beautiful moments cannot be replaced with anything. And ultimately I will say something very simple and very realistic. Let us notforget that through this work I lived and I made my family. So why should I complain? And although this era is very difficult, I am personally very fine with what I have done so far. The only think that makes me grieve, it stresses me and upsets me, is the children and the future generations. What will my child and children of the world do with everything that is happening now around us? Personally, I am not concerned about myself. Okay, I will “push” the time a little more and I will survive in my personal and in my theatrical life. My child and the children of the world. This is what burdens me.
Thank you very much.